Τι αποκαλύπτει νέα μελέτη για τα «γάλατα» φυτικής προέλευσης στην Ελλάδα – Ποια είναι τα πιο ωφέλιμα
Η ελληνική αγορά φυτικών γαλάτων ωριμάζει ραγδαία, και η επιστήμη δείχνει τον δρόμο: επιλέγουμε όχι μόνο με βάση τη γεύση, αλλά και με βάση τη χημεία του ποτηριού
Τα φυτικά «γάλατα» δεν είναι πια μόδα, αλλά μια αγορά που αναπτύσσεται με ρυθμούς-ρεκόρ στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, ο κλάδος των φυτικών γαλακτοκομικών στη χώρα μας ξεπερνά ήδη τα 11 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, ενώ προβλέπεται να αυξάνεται με ρυθμό σχεδόν 10% τον χρόνο τα επόμενα χρόνια.
Το 18% των Ελλήνων δηλώνει ότι καταναλώνει φυτικά υποκατάστατα γαλακτοκομικών τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, ενώ τρεις στους τέσσερις σκοπεύουν να τα εντάξουν πιο συστηματικά στη διατροφή τους. Οι λόγοι; Από τη δυσανεξία στη λακτόζη και την αναζήτηση πιο υγιεινών επιλογών, μέχρι την περιβαλλοντική συνείδηση και την προτίμηση σε πιο «καθαρές» τροφές.
Παρόλα αυτά, η αγορά αντιμετωπίζει και προκλήσεις: υψηλότερες τιμές, περιορισμένη ενημέρωση του κοινού και μεγάλες διαφορές στην ποιότητα των προϊόντων. Και αυτές οι διαφορές φαίνεται πως δεν είναι μόνο γευστικές, αλλά και… χημικές.
Τι κρύβουν τα φυτικά γάλατα στην Ελλάδα – Νέα μελέτη αποκαλύπτει
Μια πρόσφατη ελληνική έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Separations της MDPI, ανέλυσε 28 φυτικά ροφήματα (από βρώμη, σόγια, αμύγδαλο και καρύδα) που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά.
Στόχος ήταν να διαπιστωθεί πόσο πλούσια είναι σε «φαινολικές ενώσεις» – δηλαδή φυσικά φυτικά συστατικά με ισχυρή αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση, που προστατεύουν τα κύτταρα και ενισχύουν την άμυνα του οργανισμού.
Η βρώμη «πρωταθλήτρια» στα αντιοξειδωτικά
Τα ροφήματα από βρώμη εμφάνισαν τα υψηλότερα επίπεδα φαινολικών ενώσεων, ιδιαίτερα των υδροξυκινναμικών οξέων – φυσικών ουσιών που λειτουργούν ως «ασπίδα» απέναντι στις ελεύθερες ρίζες.
Επιπλέον, εντοπίστηκαν και avenanthramides (A, B και C), μοναδικές ενώσεις που βρίσκονται κυρίως στη βρώμη και είναι γνωστές για τις αντιφλεγμονώδεις και αντιγηραντικές τους ιδιότητες.
Η σόγια και οι «ορμονικά έξυπνες» ισοφλαβόνες
Η σόγια ξεχώρισε χάρη στις ισοφλαβόνες της, φυτικά οιστρογόνα που συμβάλλουν στην ορμονική ισορροπία και την καρδιαγγειακή υγεία. Οι κύριες ενώσεις που εντοπίστηκαν ήταν οι daidzein, genistein και glycitein.
Η βανιλίνη, το φυσικό άρωμα της βανίλιας, εμφανίστηκε σε αρκετά προϊόντα σόγιας, πιθανότατα λόγω προσθήκης γεύσης από τους παραγωγούς.
Αμύγδαλο και καρύδα: λιγότερα φαινολικά, περισσότερη ποικιλία
Τα αμυγδαλένια ροφήματα είχαν μικρότερες συγκεντρώσεις φαινολικών ενώσεων, αλλά παρουσίαζαν ποικιλία τύπων, από χλωρογενικά οξέα (όπως αυτά του καφέ) μέχρι quercetin, ένα φυσικό αντιφλεγμονώδες φλαβονοειδές.
Τα ροφήματα καρύδας, αντίθετα, βρέθηκαν φτωχά σε φαινολικά, με εξαίρεση μικρές ποσότητες quercetin και βανιλίνης.
Οι διαφορές από μάρκα σε μάρκα
Ακόμη και ανάμεσα σε προϊόντα του ίδιου τύπου, οι επιστήμονες εντόπισαν μεγάλες διακυμάνσεις. Η μάρκα, η πρώτη ύλη και ο τρόπος επεξεργασίας φαίνεται πως καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό πόσο «βιοδραστικό» είναι το τελικό προϊόν.
Τι σημαίνει αυτό για τον καταναλωτή
Οι φαινολικές ενώσεις και οι ισοφλαβόνες είναι ουσίες με αντιοξειδωτική, αντικαρκινική και καρδιοπροστατευτική δράση. Η παρουσία τους στα φυτικά ροφήματα προσθέτει αξία πέρα από τις θερμίδες ή την πρωτεΐνη, προσφέροντας οφέλη υγείας σε βάθος χρόνου.
Ωστόσο, η έρευνα αποκαλύπτει κάτι κρίσιμο: όχι όλα τα φυτικά γάλατα είναι ίδια. Οι διαφορές στη σύσταση μεταξύ εταιρειών μπορεί να κάνουν τη μία επιλογή πολύ πιο ωφέλιμη από μια άλλη.
Συμπέρασμα
Η βρώμη αναδεικνύεται ως η πιο πλούσια σε φαινολικά και αντιοξειδωτικά, η σόγια παραμένει κορυφαία στις ισοφλαβόνες της, ενώ τα αμύγδαλα και η καρύδα προσφέρουν πιο ήπια, αλλά γευστικά εναλλακτικά.
Η ελληνική αγορά φυτικών γαλάτων ωριμάζει ραγδαία, και η επιστήμη δείχνει τον δρόμο: επιλέγουμε όχι μόνο με βάση τη γεύση, αλλά και με βάση τη χημεία του ποτηριού.